Στην Αρχιμανδρίτα, ακόμα και στις μέρες μας, κάποιοι κάτοικοι του χωριού ασχολούνται με παραδοσιακά επαγγέλματα, όπως του αλετράρη, του ξυλά, του κτίστη, του παρπέρη, του πετράρη, καθώς και του τσαγκάρη.
Αλετράρης
Την κατασκευή αρότρου και την επιδιόρθωση καταστραμμένων μερών του αρότρου αναλάμβανε ο αλετράρης. Τα βασικότερα μέρη ενός αρότρου είναι η «βούλα», το «ποδάριν» και η «σπάθη». Το «ποδάριν» είναι ένα ξύλινο κομμάτι του αρότρου, στο οποίο στηρίζεται σε οριζόντια θέση το υνί. Η «βούλα» είναι επίσης ένα ξύλινο μέρος του αρότρου, και ειδικότερα ένα χοντρό και καμπύλο ξύλο, του οποίου η μια πλευρά είναι στερεωμένη στην άκρη του «ποδαριού». Το κάτω μέρος της «βούλας», διαμορφωνόταν από τον αλετράρη, ανάλογα με τη χρήση που επιθυμούσε να δώσει στο αλέτρι, αν θα γινόταν κατάλληλο για σπορά ή για καλλιέργεια της γης. Η «βούλα» και το «ποδάριν» ενώνονται με τη «σπάθη» σχηματίζοντας αμβλεία γωνία.
Τα υπόλοιπα μέρη του αρότρου προσαρμόζονται ανάλογα με τη χρήση τους είτε στη «βούλα» είτε στο «ποδάριν».
Κτίστης
Το επάγγελμα του κτίστη επιβιώνει ακόμη και σήμερα αλλά έχει εξελιχθεί και παρουσιάζει κάποιες διαφορές. Ο κτίστης της παλαιότερης εποχής, αναλάμβανε εξολοκλήρου την κατασκευή του σπιτιού και δεν υπήρχαν επιμέρους ειδικότητες, παραδείγματος χάρη του «σουβατζή» - για το σοβάτισμα και του «καλουπτσή»- για την εφαρμογή καλουπιών.
Τα οικοδομικά υλικά των κτιστών της παλαιότερης εποχής ήταν οι πλίνθοι, γνωστά ως « πλινθάρκα», πηλός από άχυρα, γνωστό ως «ασερόπυλο», κομματιασμένες πέτρες και χαλίκια, γνωστά ως «ματσαγγάνια», πελεκητές πέτρες ή αλλιώς «κάρτερκα» αλλά και «καντούνες» και πελεκητές πέτρες.
Ξυλάς
O υλοτόμος πήγαινε στις δασώδεις περιοχές της Αρχιμανδρίτας, έκοβε ξύλα και έπειτα τα μετέφερε στο χωριό, όπου και τα πωλούσε.
Παρπέρης
Ο παρπέρης ή αλλιώς ο κουρέας του χωριού, δεν αναλάμβανε μόνο το ξύρισμα και το κούρεμα των πελατών του αλλά και το βγάλσιμο των δοντιών τους. Βασικά εργαλεία του παρπέρη ήταν η χτένα, το ψαλίδι, το ξουράφι, και το καϊσίν –εργαλείο για ακόνισμα.
Πετράρης
Ο πετράρης ήταν ο λατόμος. Είχε βασικά του εργαλεία, τη σφήνα, τη μάτσα και τα πέταλα γαϊδουριού, τα οποία χρησιμοποιούσε στην αποκόλληση των μεγάλων πετρών. Χρησιμοποιούσε επίσης το «λιβέρι», ένα μεγάλο μεταλλικό λοστό, το «μαρτέλλιν», ένα χοντρό τσεκούρι, το φτυάρι και οι «τεννεκέδες»- μεταλλικά δοχεία.
Τσαγκάρης
Ο τσαγκάρης επιδιόρθωνε τα υποδήματα και κυρίως τις μπότες ή αλλιώς «ποδίνες» που φορούσαν καθημερινά οι χωρικοί καθώς εκτελούσαν τις γεωργικές εργασίες. Ο τσαγκάρης αναλάμβανε μαζί με την επιδιόρθωση των υποδημάτων, το βάψιμο και το γυάλισμά τους, αλλά ακόμη και την κατασκευή καινούργιων υποδημάτων.
Τα πιο πάνω επαγγέλματα επιβίωσαν στο χωριό μέχρι τη δεκαετία του ’60. Αντίθετα, όμως, με τα παραδοσιακά επαγγέλματα που εγκαταλείφθηκαν, συνεχίζονται να παρασκευάζονται παραδοσιακά εδέσματα από σταφύλια και χαρούπια. Επίσης, οι γυναίκες του χωριού φτιάχνουν διάφορα παραδοσιακά αλλαντικά, όπως «τσαμαρέλλα» και «λούντζα».
Πηγές:
Ιωάννης Ιωνάς, Παραδοσιακά Επαγγέλματα της Κύπρου, Λευκωσία 2001
Μεγάλη Κυπριακή Εγκυκλοπαίδεια, 1988, εκδ. Φιλόκυπρος, |